oculus

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 14:33, 16 Ιουλίου 2021 από την Sarri.greek (συζήτηση | συνεισφορές) (μορφοποίηση μείον ένας ορισμός)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

oculus (en)

  1. (αρχιτεκτονική) κυκλικό παράθυρο
  2. το μάτι



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

oculus (la)