Morel ou l’espoir immortel Μορέλ ή η απέθαντη ελπίδα
[Ο Μορέλ ήθελε να χαθεί ο ίδιος μέσα στους ελέφαντές του, όΟι ρίζες του ουρανού, Romain Gary 1956
Morel ou l’espoir immortel Μορέλ ή η απέθαντη ελπίδα
[Ο Μορέλ ήθελε να χαθεί ο ίδιος μέσα στους ελέφαντές του, όχι να πεθάνουν αυτοί μετά τον δικό του χαμό γιατί δε θα ήταν κανείς εκεί να τους προστατέψει. Υπάρχουν δύο τρόποι. RIP Alain Delon.]
«Οι ρίζες του ουρανού» θεωρείται δικαίως το πρώτο οικολογικό μυθιστόρημα, γραμμένο από τον Romain Gary το 1956. Βρισκόμαστε στο ομοσπονδιακό κράτος της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής που περιλάμβανε το Τσαντ, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία του Κονγκό και την Γκαμπόν, αποικίες της Γαλλίας ως το 1958. Οι συνθήκες είναι εν βρασμώ, οι αποικίες είναι έτοιμες να διαλυθούν, και η κάθε πλευρά διεκδικεί τη μερίδα τού λέοντος προβάλλοντας το εγώ της και τις προσωπικές της φιλοδοξίες, ενώ στα ΜΜΕ όλου του κόσμου φτάνουν άλλοτε περισσότερο ακριβείς και άλλοτε περισσότερο στρεβλές ειδήσεις από τη μακρινή Αφρική. Από τη μια η αποτίναξη των δεσμών της αποικιοκρατίας, η ανεξαρτησία της Αφρικής και η σύνταξή της στο πλευρό της προόδου, συνώνυμης της Δύσης, από την άλλη η διατήρηση της αγριότητας των φυλών μέσα από τα αρχαία –και ακραία– εθιμοτυπικά τους.
Μέσα σε αυτό το αμμοβολισμένο κλίμα, ξεπροβάλλει ο Μορέλ πάνω στο άλογό του, ο αρχηγός των ατάκτων, ο λογοτεχνικός οικολόγος-πράσινος στο αντάρτικο των ελεφάντων. Ο Μορέλ είναι #μετουσελεφαντες point final. Η κατακρεούργησή τους από το ασύδοτο κυνήγι τον πληγώνει βαθιά γιατί βλέπει σε αυτό το θανατικό την αποσύνδεση του ανθρώπου από τις «ρίζες του ουρανού», από την συνδέουσα και προσφέρουσα μητέρα-φύση. Δεν κυνηγούν ωστόσο όλοι για τους ίδιους λόγους. Οι αυτόχθονες φυλές τούς χρησιμοποιούν για λόγους επιβίωσης, βλέπουν σε αυτούς «παρά μόνο κρέας». Το μεγαλύτερο μακελειό, όμως, γίνεται για το εμπόριο του ελεφαντόδοντου και τον πλουτισμό των λίγων. Η κοινή γνώμη ωστόσο αμφιταλαντεύεται σχετικά με τα αληθινά κίνητρα αυτού του περίεργου λευκού Γάλλου. Δυσκολεύεται να πιστέψει μια τόσο ρομαντική ιδέα σε έναν κόσμο δύσοσμο και ωφελιμιστή που μάχεται για τη λεγόμενη πρόοδο. «Πίστευε δηλαδή στ’ αλήθεια πως οι άνθρωποι είχαν ακόμη αρκετή γενναιοδωρία στους καιρούς μας, να μην ασχολούνται μόνο με τον εαυτό τους, αλλά και με τους ελέφαντες από πάνω. Ότι υπήρχε ακόμα στην καρδιά τους λίγος χώρος. Είναι για κλάματα.»
Αυτή η γραφική φιγούρα, όσο μπαίνουμε στην τεχνηέντως μπερδεμένη από τον λογοτέχνη πλοκή με τις πολυπρόσωπες αφηγήσεις, θα χάνει σε γραφικότητα και θα κερδίζει σε …υπογραφές. Ο Μορέλ είναι θα λέγαμε ο πρώτος άνθρωπος που λάνσαρε οικολογική καμπάνια AVAAZ, before it was cool, όχι ηλεκτρονικά αλλά με τον δύσκολο τρόπο: πόρτα-πόρτα, ή ακόμα χειροτέρα, λόφο-λόφο. Τελικά, όμως, πρωταγωνιστής είναι ο Μορέλ ή οι ίδιοι οι ελέφαντες; Ο διαχωρισμός ανάμεσα στον ενσαρκωτή μιας ιδέας και στην ίδια την ιδέα δεν υφίσταται. Μορέλ ίσον ελέφαντες, ελέφαντες ίσον Μορέλ. «Οι άνθρωποι νιώθουν τόσο μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι που χρειάζονται κάτι γεροδεμένο και δυνατό για να τους βαστάει να επιβιώσουν. Τα σκυλιά είναι ξεπερασμένα, οι άνθρωποι χρειάζονται τους ελέφαντες. Έτσι βλέπω εγώ τα πράγματα.»
Ένα έντονο γύρισμα της θέας του αναγνώστη προς την ίδια την ιδέα, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τελείται με την εμφάνιση ενός απεσταλμένου εκ Παρισίων Αμερικανού φωτογράφου. Στη μέση τής ερήμου, αυτός ο Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ θα επιβιώσει μετά την συντριβή του αεροπορικού σκάφους που τον μετέφερε, μέσα στην έρημο. Σκοπός του, όπως και όλων, να συναντήσει τον περιβόητο Μορέλ με το απορυθμισμένο gps καθώς κανείς δεν ξέρει ποτέ πού ακριβώς βρίσκεται, και να τραβήξει όσο πιο πιασάρικες φωτογραφίες μπορεί – αυτό είναι το μόνο του ενδιαφέρον, να τραβήξει καλές φωτογραφίες από τις εσχατιές του κόσμου, εν προκειμένω από την ξηρασία στην Αφρική. Εισερχόμαστε έτσι, μέσω του κλείστρου του, σε ένα είδος λογοτεχνικού national geographic: εν τω μέσω της αφρικανικής σαβάνας, μέσα στις αγέλες των ελεφάντων, αυτών των γιγάντων που την πλημμυρίζουν με τη μεγαλειότητά τους. Και εκεί είναι που ο αναγνώστης μένει ενεός μπροστά στο θέαμα του τεράστιου μεγέθους των επιβλητικών παχύδερμων, συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα το μέγεθος και του ίδιου του διακυβεύματος.
Μια μετατόπιση γίνεται αργά και σταδιακά: η προσωπική φιλοδοξία ή κίνητρο κάθε προσώπου που έλαβε μέρος σε αυτή τη βαθιά συγκινητική ιστορία σκιάζεται ελαφρώς, έστω για λίγο, έστω αμυδρά, κρυφά ή φανερά, από «τις ρίζες του ουρανού», από το τι θέλει να πει ο ποιητής Μορέλ. Κάποιοι, όχι όλοι βέβαια, κατάφεραν να διακρίνουν μέσα στο χάος τής ανθρώπινης δραστηριότητας τον ρόλο και τη θέση που πρέπει να κατέχουν τα παχύδερμα και που κανείς ποτέ δεν πρέπει να τους τα ξεριζώσει. Γιατί ξεριζώνοντάς τα, δε θα υπάρχει πια καμία σύνδεση με τον «ουρανό». Ο Μορέλ, περαστικός από κάθε μέρος άλλοτε σαν ένας νέος Μεσσίας πάνω στο άλογό του, με τους λίγους ακόλουθούς του, οπλισμένος κυρίως με την πίστη στο εγχείρημά του που καμία δύναμη δεν μπορούσε να του αφαιρέσει, ειρηνικός και σίγουρος, άλλοτε σαν την Ζαν ντ’Αρκ με τον μικρό σταυρό της Λωραίνης πάνω στο ρούχο του, χωρίς φόβο, με το πικρό του μειδίαμα και το σταθερό του βήμα, επιμένει στην απλότητα της ιδέας του και την αποτελεσματικότητα της καμπάνιας του παρά το δυσοίωνο τοπίο με το οποίο αναμετράται συνεχώς. Δυσοίωνο και τεράστιο όσο και οι αχανείς εκτάσεις της Αφρικής. Πολλοί είχαν «μια ακαθόριστη ανάγκη να περιπλέξουν ένα πράγμα τόσο απλό όσο η αγάπη ενός ανθρώπου για τα ζώα». Ήθελαν να ανιχνεύσουν μέσα σε αυτό κίνητρα πιο στιβαρά όπως μια πολιτική ιδεολογία, την ανεξαρτησία της Αφρικής ή τη διατήρηση των αποικιών. Όμως αυτός φτύνει το όχι του σε κάθε αμφισβητία. Μάχεται για ένα π ε ρ ι θ ώ ρ ι ο.
«Πρέπει επειγόντως οι άνθρωποι να διαφυλάξουν κάτι άλλο από αυτό που τους εξυπηρετεί για να φτιάξουν σόλες ή ραπτομηχανές, να αφήσουν ένα περιθώριο, ένα απόθεμα, όπου θα μπορούν να καταφεύγουν πού και πού. Μόνο τότε θα μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό. Ένας αποκλειστικά χρησιμοθηρικός πολιτισμός θα οδηγείται πάντα μέχρι τα άκρα, δηλαδή μέχρι τα στρατόπεδα αναγκαστικής εργασίας. Πρέπει να αφήσουμε ένα περιθώριο. Κι έπειτα, να σας πω... Δεν υπάρχει κάτι που να είμαστε και τόσο περήφανοι, έτσι δεν είναι; Δεν είναι μόνο ο πύργος του Άιφελ που μας επιτρέπει να θαυμάσουμε από πάνω όλη την υπόλοιπη πλάση. Θα με στείλετε να γράψω ποιήματα, όπως ο κυβερνήτης, αλλά συνειδητοποιήστε πως οι άνθρωποι δεν είχαν ποτέ τόση ανάγκη από παρέα όσο σήμερα. Χρειαζόμαστε όλα τα σκυλιά και όλες τις γάτες και όλα τα καναρίνια και όλα τα ζωντανά που μπορούμε να βρούμε... [...] Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από φιλία.»
Ο Γκαρί παίζει με τη φύση και με τη φύση των ανθρώπων ταυτόχρονα. Ένα παιχνίδι με μπάλες ταχυδακτυλουργού, χωρίς να του ξεφεύγει καμία μπάλα από τα χέρια. Έτσι, μπορούμε κι εμείς οι αναγνώστες να ανιχνεύσουμε τις αποχρώσεις, τους εσωτερικούς τριγμούς, τις συναισθηματικές μεταπτώσεις όλων των προσώπων, που είναι πολλά.
«Γνωρίζετε καλά όσο κι εγώ τι θα χάσει η Αφρική όταν χάσει τους ελέφαντές της. Και είμαστε σ' αυτή την κατεύθυνση. Για όνομα, Σόλσερ, πώς μπορούμε να μιλάμε για πρόοδο όταν συνεχίζουμε να καταστρέφουμε γύρω μας τις πιο όμορφες και τις πιο ευγενείς εκδηλώσεις της ζωής; Οι καλλιτέχνες μας, οι αρχιτέκτονες μας, οι σοφοί μας, οι στοχαστές μας ρίχνουν αίμα δάκρυα κι ιδρώτα για να καταστήσουν τη ζωή πιο όμορφη, ενώ ταυτόχρονα εμείς χωνόμαστε βίαια στα τελευταία μας δάση, με το χέρι στη σκανδάλη ενός αυτόματου όπλου. Αυτός ο Μορέλ, αν δεν υπήρχε, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε.» (άργησε λίγο, αλλά τον εφηύρε ο Casares το 1991 #διπλής λολ ;P)
Ο Romain Gary με τον διαυγή μανιακό του, τον Ubaba Giva – που σημαίνει «πρόγονος των ελεφάντων» – όπως τον αποκαλεί ο πρωτόγονος αφρικανικός λαός των Ουλέ, γράφει μια πανανθρώπινη ιστορία, με δεκάδες μηνύματα και λαμπάκια γιορτής και ξεπεσμού του ανθρώπινου είδους. Θέματά του είναι η μοναξιά, η ελευθερία, η ανθρώπινη αδυναμία που βρίσκει τροφή στον φόβο του θανάτου, μια πανοραμική εικόνα της πλάσης μέσα από τα μάτια ενός ρομαντικού πολεμιστή υπέρ των ελεφάντων. Γιατί όσο υπάρχουν οι ελέφαντες, δηλαδή η φύση, θα προστατεύεται σε αυτή τη μεγάλη αγκαλιά ο άνθρωπος.
Αν επηρεαστώ λίγο από τους Ουλέ και τις προκαταλήψεις τους, δεν ήταν τυχαίο που μετά την Έρημο του J-M. Le Clezio και τη Λαλά ως κεντρικό πρόσωπο, τη μικρή Αφρικανή που μεγάλωσε με το νάμα της τεράστιας αυτής ηπείρου, συνέχισα στον ίδιο τόπο, με τις Ρίζες του Ουρανού του Romain Gary και τον Morel, τον ασύμβατο ρέμπελο και τους ελέφαντές του. Ούτε τυχαίο ήταν που επισκέφτηκα φέτος το μουσείο φυσικής ιστορίας του απολιθωμένου δάσους στο Σίγρι της Μυτιλήνης. Εκεί έμαθα για ένα είδος ελέφαντα που ζούσε πριν 16 περίπου εκατομμύρια χρόνια στο νησί, όταν το κλίμα ήταν τροπικό. Χάρηκα που τον γνώρισα. Έκανα και μια φωτογραφία του ομοιώματός του, σαν τον φωτογράφο Abe Fields.
Ο Gary θα λάβει το πρώτο του βραβείο Goncourt με τις Ρίζες του Ουρανού, ενώ αργότερα, υπό το ψευδώνυμο Emile Ajar θα ξεγελάσει κοινό και κριτικούς και θα λάβει κι ένα δεύτερο για τη Ζωή μπροστά σου. Chapeau bas στον τεράστιο, του αξίζει μια θέση στα ράφια με τις καλύτερες λογοτεχνικές παρηγοριές μας.
Η μετάφραση στα ελληνικά έγινε για τις εκδόσεις Οκτάνα από την Ευγενία Γραμματικοπούλου, καθηγήτριά μου στο ΑΠΘ που, κρίνοντας από το εξαιρετικά εμπνευσμένο και λεπτομερές μάθημά της στη συγκριτική γραμματολογία, δεν έχω αμφιβολία και για τις μεταφραστικές της δεξιότητες.
Απόσπασμα από το μανιφέστο του Μορέλ:
«[Η επιτροπή] απευθύνεται αποκλειστικά στο αίσθημα αξιοπρέπειας του καθενός, χωρίς διάκριση, χωρίς άλλο σκοπό από μια σύμπραξη για την προστασία της φύσης. Της δόθηκε ένα σαφές και συγκεκριμένο καθήκον, η προστασία της φύσης, των ελεφάντων για αρχή, και όλων των ζώων που στα σχολικά εγχειρίδια παγκοσμίως ονομάζουμε «φίλους του ανθρώπου», και πιστεύει πως όλοι οι άνθρωποι, όποιοι κι αν είναι και απ’ όπου κι αν έρχονται, μπορούν και οφείλουν να συμφωνήσουν πάνω σε αυτό. Αφορά απλά στο να αφήσουμε ένα ανθρώπινο περιθώριο που όλες οι κυβερνήσεις, τα κόμματα, τα έθνη, όλοι οι άνθρωποι θα πρέπει να σεβαστούν, όποια κι αν είναι η ανάγκη ή η σημαντικότητα της επιχείρησης, του οράματος, της κατασκευής ή του αγώνα τους.»...more
Μια αλληλουχία από ατάκες ιλαρότητας, κλασικό βιβλίο που έτυχε να διαβάσω τώρα και να με δροσίζει το τσουχτερό φλέγμα τού Ουάιλντ μέσα στο ιλαροτραγικΜια αλληλουχία από ατάκες ιλαρότητας, κλασικό βιβλίο που έτυχε να διαβάσω τώρα και να με δροσίζει το τσουχτερό φλέγμα τού Ουάιλντ μέσα στο ιλαροτραγικό κλίμα της καραγατσικής επικαιρότητας όπου όλοι θεώρησαν σωστό να συμμετέχουν....more
Ήξερα πως θα βρω την αμεσότητα και τη γρηγοράδα της εποχής μου. Μια αλληλογραφία σημερινή, μια απομακρυσμένη επαφή των ανθρώπων (λόγω της οθόνης α3,5*
Ήξερα πως θα βρω την αμεσότητα και τη γρηγοράδα της εποχής μου. Μια αλληλογραφία σημερινή, μια απομακρυσμένη επαφή των ανθρώπων (λόγω της οθόνης αλλά και λόγω του κόβιντ) που ψάχνουν να ρυθμίσουν την πυξίδα της ταυτότητάς τους. Στο βιβλίο βρήκα και την τρυφερότητα και την αγριότητα – της εποχής, των ανθρώπων της εποχής που εκφράζονται με τα σημερινά μέσα και όρους αλλά ο εσωτερικός τους κόσμος είναι εκεί, απλώς ίσως λίγο πιο μπερδεμένος, πιο κατακερματισμένος. Η Ντεπάντ έβαλε τρεις ανθρώπους να γράφουν μεταξύ τους ή να γράφουν δημόσια ποστ και ως αναγνώστρια έβλεπα κάποια βελάκια της να πετυχαίνουν στην περιοχή του κέντρου, άλλα παράπλευρα, άλλα να πέφτουν κάτω. Είναι μπασμένη η Ντεπάντ , δεν έψαχνα τη λογοτεχνικότητα στο Αγαπητέ μαλάκα. Τον μαλάκα έψαχνα, και τον βρήκα και με βρήκε κι αυτός. Και μια χαρά.
Γονείς-παιδιά, δεν είναι κακό να λέμε πού και πού την αλήθεια
«Δεν είμαι πατέρας πρότυπο. Αλλά ούτε η Κλεμεντίν είναι η κόρη των ονείρων κανενός. Είναι σκληρό καρύδι. Στους Ναρκομανείς, ίσως έχεις δει μία. Υπάρχει ένα κορίτσι – ανοίγει την κάμερά της και μοιάζει Μαγκρεμπίνα, έχει πιασμένα πίσω τα μαλλιά της τόσο σφιχτά, που πρέπει να πονάει. Παίρνει πάντα τον λόγο για να πει κάτι αρνητικό. Μου θυμίζει την κόρη μου. Τους ακούει όλους να μιλάνε – και πετάγεται να πει ‘‘τι μαλακίες είναι αυτές όλους μαλάκες σάς βρίσκω θέλω να κόψω τις φλέβες μου τόσο πολύ που με πρήζετε.’’»
Οι ψυχολόγοι πάντα ξέρουν καλύτερα. Μου θύμισε την ναμποκοφική ειρωνεία προς τον Φρόυντ, δεν άφηνε καμία ευκαιρία για μπηχτή να πέσει κάτω.
«[...] Και η ενδυματολόγος μού απάντησε – ίσως φταίει ο βιασμός που δεν πολυγουστάρεις το σεξ. Ενώ δεν είχα πει πως δεν το γουστάρω – απλώς πως δεν είναι κάτι που θα το έκανα όλη μέρα. Πότε ακριβώς έγινε υποχρεωτικό; Δεν το πήρα πρέφα. [...] Μια ψυχολόγος μού μίλησε για την αποσύνδεση, σαν να ήταν κάτι σωματικό, παρατηρήσιμο. Μια βιασμένη γυναίκα αποσυνδέεται. Έκατσα και την άκουσα να μου επιδεικνύει την πραμάτεια της. Και είπα «είμαι γυναίκα. Πώς διάολο περιμένεις να είμαι αποσυνδεδεμένη;». Από παιδί, μου πιπιλάνε τ’ αυτιά πως το σώμα μου ανήκει στο βλέμμα των άλλων, πως ανήκει στην ομορφιά μου, στη σαγήνη μου. Η σαγήνη σε αποσυνδέει. Πώς περιμένεις να’ ναι αλλιώς; Δεν ξέρω καμία γυναίκα που να τρώει και να μην αναρωτιέται αν θα παχύνει. Πώς δηλαδή ν’ αποσυνδέεσαι από την όρεξή σου και να μην αποσυνδέεσαι από καθετί που είσαι; Φυσικά και αποσυνδέομαι. Ηθοποιός είμαι. Η ψυχολόγος με άκουσε, ήταν σ’ ένα επίσημο δείπνο. Αλλά έβλεπα πως ήξερε καλύτερα από μένα τι θα πει να σ’ έχουν βιάσει. Πως απαιτούσε από μένα να της επιβεβαιώσω τις προκαταλήψεις της. Και πως τα λόγια μου δεν είχαν την εμπειρογνωμοσύνη των βιωμάτων μου – μου την είχε κατασχέσει, προκαταβολικά.»
Για τα γκρουπ θέραπι, είτε είναι ΑΑ (αλκοολικοί) είτε ΝΑ (ναρκομανείς) είτε ΜΑ (μαλάκες). Με τη διαφορά για τους τελευταίους πως αν τύχει και ζητήσουν βοήθεια τους κάνει λίγο λιγότερο μαλάκες.
«Αυτοί είναι οι δικοί μου. Με συγκινεί να βλέπω αυτούς τους ανθρώπους που μαλακίζονται όσο κι εγώ και που, μέσα σ’ αυτή τη γενική διολίσθηση προς το μεγάλο ό,τι να’ναι, ενώνονται και κάνουν το αντίθετο απ’αυτό που κάνουν οι άνθρωποι στα δείπνα και στα σόσιαλ – παραδέχονται πως είναι ηττημένοι, παραδέχονται πως είναι αδύναμοι, δείχνουν ό,τι πιο διαλυμένο έχουν.»...more
Αχ αυτή η Sarah Andersen! Μετά το «Η τελειότητα είναι μούφα» και το «Η ενηλικίωση είναι μούφα» μεταφρασμένα στα ελληνικά, θα γελάσετε και θα νιώσετε τΑχ αυτή η Sarah Andersen! Μετά το «Η τελειότητα είναι μούφα» και το «Η ενηλικίωση είναι μούφα» μεταφρασμένα στα ελληνικά, θα γελάσετε και θα νιώσετε τεράστια ζεστασιά εξίσου και με το «Herding cats». Αυτή η μικρούλα Sarah είναι πανέξυπνη μιλάμε. Φοβερή αίσθηση του χιούμορ μέσα από υπερβολικά λιτά και ολιγόλογα σχέδια, σε τσακώνει στη γωνία τής κάθε σελίδας της. Διαβάζοντάς την είναι σαν να χουχουλιάζεις κάτω από την κουβέρτα στο ζεστό σπιτάκι ενώ έξω είναι μπούζι.
Κάτι που δεν είδα να’ρχεται, ένα κομμάτι του τεύχους στο τέλος αφιερώνεται στο πώς να επιβιώσει (ή και όχι) ένας (εσωστρεφής) καλλιτέχνης την εποχή του ίντερνετ, του τρόλινγκ, του ηλεκτρονικού μπούλινγκ, και όλων αυτών των σκατών που πολλαπλασιάζονται σαν λειχήνες σε τοιχάκι αγγλικού πάρκου υπό συνεχόμενο ψιλόβροχο. Είναι δύσκολο αλλά η Sarah δε θα ήθελε με τίποτα και για κανέναν λόγο να αποθαρρύνεται η καλλιτεχνική έκφραση των ανθρώπων. Μαζί σου, Sarah, αλλά γίνεται όλο και πιο δύσκολο, φοβάμαι....more
Δεν υπάρχει εγχειρίδιο για την εφηβεία. Ούτε και για τίποτα άλλωστε, εκτός από τις μηχανές. Υπάρχει μόνο το βίωμα εκ των έσω (να είσαι ο ίδιος έφηβος)Δεν υπάρχει εγχειρίδιο για την εφηβεία. Ούτε και για τίποτα άλλωστε, εκτός από τις μηχανές. Υπάρχει μόνο το βίωμα εκ των έσω (να είσαι ο ίδιος έφηβος) και εκ των έξω (να είσαι γονιός εφήβου). Οι ιστορίες της Εστέρ είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να διαβάσει κανείς για να γελάσει δυνατά, να θαυμάσει, να νιώσει μεγάλη ποσότητα συμπάθειας και έγνοιας για τους εφήβους, όπως κι αν περνούν αυτοί την εφηβεία τους. Είναι ένας τέλειος δίαυλος επικοινωνίας και κατανόησης για τους γονείς που όσο και να αγαπούν τόσο πολύ τα παιδιά τους, πρέπει, είναι ανάγκη να καταλάβουν πως είναι αυτόνομα όντα με δικές τους επιθυμίες και ανάγκες, που συνθέτουν σιγά σιγά τον δικό τους μικρόκοσμο και ενεργούν με τον δικό τους τρόπο, πέρα πέρα πέρα από εμάς. Εστέρ είσαι η καλύτερη, σε εμπιστεύομαι, συνέχισε τα βήματά σου και κλέβε μας την καρδιά! Ο Ριάντ Σατούφ, εξαιρετικά ταλαντούχος και βραβευμένος κομίστας όχι μόνο στις θεματικές του αλλά και στο μοναδικό του σχέδιο, είχε απίθανη ιδέα να ακολουθήσει ένα κορίτσι κάθε χρόνο που μεγαλώνει, αφιερώνοντάς του έναν τόμο. Μας διηγείται τις ιστορίες της από τα 10 της, έχει φτάσει σίγουρα στα 17 της (και βλέπω πως σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ο τόμος των 18 της). Θα συνεχίσει άραγε να την ακολουθεί και στην ενήλικη ζωή της; Θα είχε το ίδιο ενδιαφέρον;
ΥΓ. Τα βοηθήματα και οποιαδήποτε βιβλία αυτοβελτίωσης ή δεν ξέρω γω τι είναι απλά σκουπίδια μπροστά σε κάτι έργα σαν κι αυτό....more
Εδώ υπάρχει ένας έρωτας μεγάλος κι εσύ μιλάς για κάτι πράγματα μικρά!
Εδώ υπάρχει πράγματι ένα κοντράστ ανάμεσα στο μεγάλο και το μικρό: το μεγάλο ενόΕδώ υπάρχει ένας έρωτας μεγάλος κι εσύ μιλάς για κάτι πράγματα μικρά!
Εδώ υπάρχει πράγματι ένα κοντράστ ανάμεσα στο μεγάλο και το μικρό: το μεγάλο ενός παθιασμένου έρωτα (κάθε έρωτας έχει την ψευδαισθητική μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του) ανάμεσα σε δυο μικρούς σε ηλικία πρωταγωνιστές, κλεισμένο μέσα σε μια μικρή φόρμα, τη νουβέλα του μικρού σε ηλικία Ραντιγκέ (την έγραψε στα είκοσί του!). Και η νουβέλα αυτή είναι σπουδαία και απολαυστική.
Ο αφηγητής, μεγαλύτερος πια, έχοντας πάρει πλέον απόσταση από τα γεγονότα, μας μεταφέρει τον παράφορο έρωτα που έζησε με την Μάρθα στα 16 του – εκείνη στα 18, φρεσκοπαντρεμένη, και ενώ ο άντρας της έλειπε στο μέτωπο κατά τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο. Από πολύ νωρίς μαντεύουμε πως ζυμώνεται ένα κακό, πως ο διάβολος στο κορμί κάποιον θα σκοτώσει. Η αγωνία δε λείπει καμία στιγμή από την αφήγηση αρχής γενομένης από τα συναισθήματα που ξυπνάνε στον άγουρο δεκαεξάχρονο και που είναι πρωτόγνωρα αλλά και πρωτόγονα, έρωτας γαρ, και παράλληλα αυτά που αναβιώνει ο αναγνώστης μαζί του γιατί ο Ραντιγκέ τον εμπλέκει. «Να, έτσι είναι ο έρωτας με τα όλα του!» μοιάζει να μας λέει, βουτώντας το κεφάλι μας μέσα στον λάκκο με τη ζήλια, την κτητικότητα, τη συνενοχή, την αμφισβήτηση, τον πόθο τού να κατέχεις το αγαπημένο σώμα μαζί με την ψυχή που περικλείει, την τόλμη και το άφημα των χαλινών, το τράβηγμα μέχρι τα άκρα. Ο πρωταγωνιστής, παρότι 16 χρονών, δίνει και δίνεται στο αντικείμενο του πόθου του με όλη την αποσκευή της νεότητάς του: την άγνοια κινδύνου, τη φόρα, την αυτοπεποίθηση και την τόλμη αλλά και σε στιγμές με τη γενναιότητα ενός ενήλικα έτοιμου να επωμιστεί τα φρούτα του ρίσκου του. Επιδίδονται σε δεκάδες απροσεξίες που τους αναζωπυρώνουν τα αισθήματα. Η ίδια η πράξη της μοιχείας υπαγορεύει και επιτρέπει τα πάντα, σαν να είναι ο νόμος της υπέρτατης ηδονής. Τα έπιπλα του νεόνυμφου ζευγαριού θα διαλεχτούν από τους εραστές και θα χρησιμοποιούνται, φυσικά, από αυτούς. Τη βάζει να διαβάζει δυνατά τα γράμματα του άντρα της από το μέτωπο. Τα καίνε στη φωτιά του τζακιού. Θέλει να τη φιλήσει σε σημεία του σώματός της που θα έχει πρόσβαση μόνο αυτός. Εύχεται τον θάνατο του συζύγου της. Ακόμη και ο απατημένος θα του φανεί χρήσιμος προκειμένου να του βγαίνει η εξίσωση του πάθους και της ιδιοκτησίας. Τον χρησιμοποιεί ως προστασία για τη Μάρθα, ώστε να μην τη φλερτάρει κανένας άλλος.
Φοβερή ερωτική ιστορία, καθώς μπορεί να βρει κανείς όλα τα στοιχεία που εμπεριέχει ο άγριος πρώτος έρωτας ή μάλλον τα πρώτα ακατάστατα και ανεξέλεγκτα βήματα που περπατάει κανείς μπαίνοντας σε αυτόν. Εκεί όπου όλα είναι θολά, επικίνδυνα, χωρίς μέτρο.
«Ένας αναστατωμένος άνθρωπος που πρόκειται να πεθάνει και δεν το υποψιάζεται βάζει ξαφνικά τάξη γύρω του. Η ζωή του αλλάζει. Τακτοποιεί τα χαρτιά του. Ξυπνάει νωρίς, κοιμάται νωρίς. Εγκαταλείπει τους εθισμούς του. Ο περίγυρός του ικανοποιείται. Και επίσης ο ξαφνικός θάνατός του μοιάζει έτσι ακόμα πιο άδικος. Θα ζούσε ευτυχισμένος.»...more