Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ελικάση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι ελικάσες αποτελούν πρωτεϊνικής φύσης ένζυμα τα οποία χρησιμοποιούν την υδρόλυση τριφωσφορικών νουκλεοσιδίων , συνήθως ATP, ως πηγή ενέργειας με σκοπό το ξετύλιγμα των διπλών ελικών που σχηματίζονται από μόρια DNA ή RNA [1]. Η ανακάλυψη της πρώτης DNA ελικάσης συνέβη το 1976 στο βακτήριο Escherichia coli .Ο αριθμός των ελικασών είναι εντυπωσιακά μεγάλος ειδικά σε ανώτερους οργανισμούς , με πολλούς ευκαρυωτικούς οργανισμούς να έχουν τόσες ελικάσες (DNA και RNA) ώστε αυτές να αποτελούν το 1% των γονιδίων τους[1] . Το ανθρώπινο γονιδίωμα εμπεριέχει 95 πρωτεϊνικές ελικάσες , από αυτές οι 64 είναι RNA ελικάσες και οι 31 είναι DNA ελικάσες [2]. Η σημασία των πρωτεϊνικών αυτών ενζύμων είναι τεράστια καθώς ο διαχωρισμός των αλυσίδων των νουκλεϊκών οξέων ,και επομένως η δράση των ελικασών , είναι απαραίτητη για πληθώρα διαδικασιών όπως  η αντιγραφή , η μεταγραφή και η επιδιόρθωση του DNA .

Απο το 1976 και την ανακάλυψη της πρώτης DNA ελικάσης[3] το ερευνητικό ενδιαφέρον παραμένει αμείωτο ,με την εξέλιξη στην διασάφηση της δράσης τους να είναι αλματώδεις . Οι ελικάσες συνήθως δρουν σε διπλές έλικες DNA ή σε RNA αλυσίδα που έχει σχηματίσει δομές διπλής έλικας λόγω συμπληρωματικότητας ,και χρησιμοποιώντας την ενέργεια από την υδρόλυση τριφωσφορικών νουκλεοσιδίων, διασπούν τους δεσμούς υδρογόνου μεταξύ των αζωτούχων βάσεων και διαχωρίζουν τις αλυσίδες μεταξύ τους . Ακόμη έχει δειχθεί ότι έχουν την ικανότητα να απομακρύνουν πρωτείνες που είναι συνδεδεμένες σε νουκλεϊκά οξέα , όπως επίσης και να καταλύουν την επανασύνδεση ομόλογων αλυσίδων DNA[4] . Ενώ η δράση τους εντοπίζεται ακόμη και όταν βρίσκονται απομονωμένες οι περισσότερες δρουν πιο αποτελεσματικά όταν είναι μέρος ενός μεγαλύτερου πρωτεϊνικού συμπλόκου[4]. Τέλος η δράση των ελικασών χαρακτηρίζεται από πολικότητα[5] και επεξεργαστικότητα όπου είναι ειδικές για κάθε ένζυμο